Έντουιν

Έντουιν
(Edwin, 585;– 632). Άγιος της Δυτ. Καθολικής Εκκλησίας, βασιλιάς της Νορθουμβρίας (616-632). Σε ηλικία τριών ετών, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο Έ. διώχθηκε από το βασίλειό του και κατέφυγε στον ισχυρό βασιλιά της Μουρκίας, ο οποίος του έδωσε γυναίκα την κόρη του, με τη συμφωνία ότι θα ανεχτεί τον χριστιανισμό στη χώρα του. Έπειτα από νικηφόρα εκστρατεία, ο Έ. ανέκτησε το βασίλειό του και βαφτίστηκε χριστιανός μαζί με τον λαό του και τους ευγενείς στο Γιορκ, από τον αρχιεπίσκοπο Παυλίνο, το 627. Έτσι συνετέλεσε ιδιαίτερα στο έργο της χριστιανικής αποστολής. Ωστόσο, ξέσπασε αντίδραση των ειδωλολατρών, κατευθυνόμενη από τον βασιλιά της Μουρκίας, Πένια. Ο Έ. ηττήθηκε και σκοτώθηκε στο Χίθφιλιν. Η μνήμη του τιμάται στις 12 Οκτωβρίου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Μακμίλαν, Έντουιν Μάτισον — Αμερικανός φυσικοχημικός. Βλ. λ. Μακ Μίλαν, Έντουιν Μάτισον …   Dictionary of Greek

  • Πίρι, Ρόμπερτ Έντουιν — (Peary, Κρέσον, Πενσυλβανία 1856 – Ουάσινγκτον 1920). Αμερικανός εξερευνητής. Αφού σπούδασε ναυπηγός, εργάστηκε το 1881 στο σχεδιασμό μιας πλωτής διώρυγας που μελετούσαν να κατασκευάσουν οι Ηνωμένες Πολιτείες από τις ατλαντικές ακτές μέχρι τις… …   Dictionary of Greek

  • Άμποτ, Έντουιν — (Edwin Abbott, 1838 – 1926). Άγγλος θεολόγος, συγγραφέας και σαιξπηρολόγος. Μετά από σπουδές στο Κέιμπριτζ, όπου αρίστευσε, δίδαξε σε διάφορες σχολές (1862 89) και υπήρξε ιεροκήρυκας στο Κέιμπριτζ και την Οξφόρδη. Έργα του: Σαιξπηρική γραμματική… …   Dictionary of Greek

  • Κάναν, Έντουιν — (Edwin Cannan, Μαδέρα 1861 – Λονδίνο 1935). Άγγλος οικονομολόγος. Διετέλεσε καθηγητής στην Οικονομική Σχολή του Λονδίνου (London School of Economics). Θεωρείται από τους μεγαλύτερους ερμηνευτές των φιλοσοφικών θεωριών του Άνταμ Σμιθ. Tο… …   Dictionary of Greek

  • Κρεμπς, Έντουιν — (Gerhard Edwin Krebs, Λάνσινγκ, Αϊόβα 1918 –). Αμερικανός γιατρός και βιοχημικός. Το 1943 έλαβε το πτυχίο του στην ιατρική από το πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, όπου στη συνέχεια εργάστηκε ερευνητικά με τους βιοχημικούς Καρλ και Γκέρτι Κόρι. Το… …   Dictionary of Greek

  • Μακ Μίλαν, Έντουιν Μάτισον — (Edwin Mattison MacMillan, Ρεντόντο Μπιτς, Καλιφόρνια 1907 – 1991). Αμερικανός φυσικοχημικός. Σπούδασε στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Καλιφόρνια. Ανακηρύχτηκε διδάκτορας του πανεπιστημίου του Πρίνστον (1932) και λίγο αργότερα έγινε καθηγητής του… …   Dictionary of Greek

  • Ρόμπινσον, Έντουιν Άρλινγκτον — (Robinson, Χεντ Τάιντ, Μέιν 1869 – Νέα Υόρκη 1935). Αμερικανός ποιητής. Μετά τη διακοπή, για οικονομικούς λόγους, των σπουδών του στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη. Eξέδωσε την πρώτη ποιητική του συλλογή το 1896 –Ο… …   Dictionary of Greek

  • διαστολή του σύμπαντος — Κοσμογονική υπόθεση η οποία είναι παγκοσμίως αποδεκτή σήμερα από όλους σχεδόν τους αστρονόμους. Σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, τα εξωγαλαξιακά νεφελώματα παρουσιάζουν υψηλές ταχύτητες απομάκρυνσης, οι οποίες είναι τόσο μεγαλύτερες όσο μεγαλύτερη… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • ιχθυολογία — Κλάδος της ζωολογίας που μελετά τη μορφολογία, την ανατομία και τη φυσιολογία, τον βιολογικό κύκλο και τις συνήθειες των ψαριών. Τα πρώτα αξιόλογα γραπτά κείμενα στον τομέα της ι. έγραψαν τον 16o αι. οι Πιερ Μπελόν, Ιπόλιτο Σαλβιάνι και Γκιγιόμ… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”